Η στιγμή της γέννησης αποτελεί το τελευταίο, κρισιμότερο και σημαντικότερο στάδιο της εγκυμοσύνης. Στόχος κάθε γυναίκας είναι o φυσιολογικος τοκετος κυρίως γιατί προσφέρει την δυνατότητα της πλήρους και γρήγορης ανάρρωσης της σε σχέση με την καισαρική τομή.Τα σημάδια του τοκετού είναι ξεκάθαρα και αρκετά εμφανή στην εγκυμονούσα που είναι έτοιμη να φέρει ένα παιδί στον κόσμο. Έχοντας όλους αυτούς τους μήνες μια ολοκληρωμένη ενημέρωση της κατάστασής της, μπορεί να διακρίνει όλες τις ενδείξεις ότι πρόκειται να γεννήσει και αυτές περιλαμβάνουν συνεχείς συσπάσεις μακράς διάρκειας, κολπικό έκκριμα, ναυτία, εμετοί, διάρροια και το τελικό στάδιο όπου έχουμε σπάσιμο νερών.
Στην πλειοψηφία τους, οι πόνοι του τοκετού είναι επώδυνοι αλλά υπάρχουν συγκεκριμένοι τρόποι όπου η εγκυμονούσα μπορεί να ανακουφιστεί από αυτούς. Βρισκόμενη στην κλινική, και έχοντας ιατρική υποστήριξη αλλά και αντίστοιχη ψυχολογική από τον σύντροφό της ή και από τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς της, ο γυναικολόγος προβαίνει στην εφαρμογή μιας σειράς εξειδικευμένων μεθόδων.Άλλωστε, ο φυσιολογικος τοκετος μπορεί να διαρκέσει πολλές ώρες και η μητέρα οφείλει να είναι σε θέση να γνωρίζει ποιες μεθόδους ανακούφισης ενδείκνυται ειδικά για την περίπτωσή της. Ο χρόνος εξαρτάται από μία σειρά παραγόντων όπως η κατάσταση της εγκύου ή τυχόν παρουσία επιπλοκών. Συνήθως ο φυσιολογικος τοκετος έχει μεγαλύτερη διάρκεια όταν η έγκυος γεννά για πρώτη φορά ενώ οι αργές συστολές, αποτελούν προμήνυμα ότι ο τοκετός θα είναι γρήγορος.
Οι μέθοδοι ανακούφισης περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, συγκεκριμένες ασκήσεις χαλάρωσης και αναπνοής, μασάζ, παυσίπονες ενέσεις, αναισθησία με επισκληρίδιο ένεση, μάσκα οξυγόνου ή αζωτούχου οξειδίου και μηχάνημα διέγερσης ΤΕΝΣ. Σε κάθε περίπτωση, η ψυχολογική υποστήριξη από το οικείο περιβάλλον της θα την βοηθήσει να παραμείνει ήρεμη και με όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αυτοέλεγχο.Κατά την διάρκεια τη προετοιμασίας, ιδιαίτερο βάρος πρέπει να δοθεί στην στάση του σώματος της εγκύου. Για να θεωρηθεί φυσιολογική, θα πρέπει να μην συμπιέζονται τα αιμοφόρα αγγεία και η λεκάνη να μπορεί να έχει ευκινησία.
Πιο αποτελεσματική μπορεί να θεωρηθεί η ημιόρθια ή ημιύπτια στάση σώματος αφού οι συστολές της μήτρας γίνονται προς τα κάτω, δηλαδή προς την επιθυμητή κατεύθυνση για το μωρό. Στην ύπτια θέση που είναι η πιο διαδεδομένη, μπορεί να μειωθεί η παροχή αίματος και οξυγόνου στο μωρό, εξαιτίας της πίεσης που πέφτει, ενώ και οι πόνοι μπορεί να είναι εντονότεροι. Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί πως κάποια μαιευτήρια, κατά την διάρκεια της γέννας επιλέγουν να τοποθετούν την έγκυο σε κρεβάτι, στηρίζοντας τους αστραγάλους της σε αναβολείς.
Ο φυσιολογικος τοκετος έχει τρία στάδια ολοκλήρωσης: το στάδιο της διαστολής και της εξάλειψης του τραχήλου, το στάδιο της γέννησης του μωρού και το στάδιο της αποκόλλησης του πλακούντα από τη μήτρα και της εξαγωγής του από τον κόλπο.
Στο στάδιο αυτό ο τράχηλος της μήτρας διαστέλλεται πλήρως, προκείμενου να περάσει το κεφάλι του παιδιού. Η διαστολή περιγράφεται με εκατοστά. Το άνοιγμά του μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 10 εκατοστά προκειμένου να είναι σε θέση να βγει το μωρό. Ένας τοκετός θεωρείται ενεργός όταν ο γυναικείος τράχηλος διασταλεί τουλάχιστον κατά 3 εκατοστά. Σε γενικές γραμμές, το χρονικό διάστημα από την έναρξη του τοκετού έως την πλήρη τραχηλική διαστολή διαρκεί από 6 έως 12 ώρες. Προς το τέλος του σταδίου αυτού, η έγκυος νιώθει έντονα την ανάγκη να σπρώχνει σε κάθε σύσπαση, αλλά θα πρέπει να αρχίσει την διαδικασία μόλις διασταλεί πλήρως ο τράχηλος και αρχίσει να φαίνεται το κεφάλι του μωρού.
Είναι το στάδιο όπου το κεφάλι του μωρού πιέζει προκειμένου να βγει από το σώμα της μητέρας του, φτάνοντας στο άνοιγμα του κόλπου. Μόλις ένα μέρος του γίνει ορατό, η μητέρα θα πρέπει να σπρώξει πιο αργά, ώστε να δώσει τον απαραίτητο χρόνο στους μυες να τεντώσουν χωρίς να τραυματιστούν. Στην περίπτωση που δεν τεντώσει αρκετά το δέρμα, ο γιατρός προχωρά σε μια μικρή τομή, η οποία αμέσως μετά τη γέννα ράβεται και επουλώνεται. Η πρώτη ένδειξη ότι το μωρό έρχεται, είναι η διόγκωση του πρωκτού και του περινέου. Μετά από δύο συστολές βγαίνει το κεφάλι του και καθώς το κεφάλι του μωρού πιέζει, υπάρχει η αίσθηση καψίματος στην μητέρα. Αφού το μωρό βγει από το σώμα της μητέρας του, ακολουθεί το κόψιμο του ομφάλιου λώρου, το σκούπισμα του μωρού από τα υγρά ή το αίμα και ακολούθως το τύλιγμά του με ειδική κουβέρτα για να παραμείνει ζεστό.
Με την γέννηση του μωρού οι συσπάσεις δεν έχουν τελειώσει, καθότι ο πλακούντας βρίσκεται ακόμη μέσα στο σώμα της μητέρας. Βρισκόμαστε στο στάδιο της υστεροτοκίας όπου πρέπει να αποβληθεί ο πλακούντας. Το στάδιο αυτό μπορεί να διαρκέσει από είκοσι λεπτά έως μία ώρα, αλλά ο γιατρός μπορεί να επισπεύσει τη διαδικασία με την χορήγηση ωκυτοκίνης σε ενέσιμη μορφή.
Στη δεύτερη φάση της γέννησης, υπάρχει περίπτωση να χρειαστεί περινεοτομή συνήθως λόγω μεγάλου μεγέθους του κεφαλιού του παιδιού ή λάθος στάσης σώματος του εμβρύου ή γιατί το περίνεο δεν έχει την δυνατότητα σταδιακής διάτασης την δεδομένη στιγμή. Η περινεοτομή είναι μια τομή που γίνεται στο περίνεο, μεταξύ του στομίου του κόλπου και του πρωκτού και μπορεί να διευκολύνει την γέννα.Επίσης μπορεί να κριθεί απαραίτητη η χρήση εμβρυουλκού. Αυτό γίνεται αφότου έχει ολοκληρωθεί το πρώτο στάδιο του τοκετού όπου ο τράχηλος έχει πλήρως διασταλεί και το κεφάλι του μωρού έχει κατέβει στην πύελο, χωρίς ωστόσο να έχει την δυνατότητα να κατέβει περισσότερο. Η χρήση του εμβρυουλκού γίνεται και σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν ενδείξεις δυσφορίας του εμβρύου ή της μητέρας, μοιάζει με τσιμπίδα που εισάγεται στον κόλπο και ο γιατρός, αφού έχει υπολογίσει που περίπου βρίσκεται το κεφάλι του μωρού, με απαλό τράβηγμα ανά 30 δευτερόλεπτα κατεβάζει το κεφάλι του σιγά σιγά.
Σε σχέση με το εμβρυουλκό, πιο συνήθης και προτιμώμενη λύση είναι αυτή της βεντούζας η οποία χρησιμοποιείται εάν καθυστερεί το δεύτερο στάδιο, αυτό της γέννησης. Η βεντούζα μπορεί να χρησιμοποιηθεί και όταν ο τράχηλος δεν έχει πλήρη διαστολή. Σε αυτή τη διαδικασία, ο γιατρός εισάγει στον κόλπο της εγκύου ένα μικρό μεταλλικό αντικείμενο, το οποίο συνδέεται με ειδική αναρροφητική συσκευή και τοποθετείται επάνω στο κεφάλι του βρέφους. Καθώς δημιουργείται ένα κενό αέρος, η βεντούζα κολλάει στο κεφάλι του μωρού και με ένα αργό τράβηγμα το μωρό οδηγείται προς τη λεκάνη. Αν γίνει χρήση της βεντούζας, πιθανόν το κεφάλι του μωρού μπορεί να αποκτήσει ένα ελαφρύ πρήξιμο, χωρίς όμως να υπάρχει περαιτέρω λόγος ανησυχίας, αφού το πρήξιμο θα υποχωρήσει από μόνο του σε διάστημα όχι περισσότερο των δύο ημερών.
Τέλος, σε περίπτωση επιπλοκών, υπάρχει η πιθανότητα να πρέπει να γεννηθεί το μωρό λίγο νωρίτερα. Πρόκειται για τις τεχνητές ωδίνες, οι οποίες προκαλούνται τεχνητά με τοποθέτηση ορού στην εγκυμονούσα. Οι πόνοι σε αυτήν την περίπτωση είναι γρηγορότεροι αλλά και πιο έντονοι σε σχέση με τους φυσιολογικούς.
Σε γενικές γραμμές η διάρκεια της εγκυμοσύνης φτάνει μέχρι και τις 40 εβδομάδες. Παρόλα αυτά, ένα στα δέκα μωρά γεννιέται πριν την 37η εβδομάδα, οδηγώντας σε πρόωρο τοκετό, κατά τον οποίο το σπάσιμο των νερών, οι μη αναμενόμενες συσπάσεις και η εμφάνιση κολπικού εκκρίματος εμφανίζονται λίγο νωρίτερα. Μπορεί να προκληθεί και τεχνητά, εάν διαπιστωθούν επιπλοκές όπως προεκλαμψία, αιμορραγία ή έχει σταματήσει να αναπτύσσεται το έμβρυο. Σε ιδιαίτερα πρόωρο τοκετό, κάποια μωρά μπορεί να έχουν αναπνευστικά προβλήματα όπως επίσης μεγαλύτερο κίνδυνο για εγκεφαλική αιμορραγία, επιπλοκές στο νευρικό σύστημα, στο γαστρεντερικό ενώ μπορεί να είναι πιο επιρρεπή σε λοιμώξεις, σε ίκτερο και να εμφανίσουν δυσκολία στην διατροφή.
Αν δεν υπάρχει ρήξη υμένων, ο καρδιακός ρυθμός του μωρού είναι φυσιολογικός, δεν υπάρχουν σημάδια μόλυνσης της μήτρας ή σημάδια προεκλαμψίας ή αποκόλλησης του πλακούντα, ο γιατρός θα προσπαθήσει να καθυστερήσει τον τοκετό. Στην αντίθετη περίπτωση, με φαρμακευτική αγωγή θα βοηθηθούν οι πνεύμονές του να αναπτυχθούν ταχύτερα προκειμένου να επισπευθεί.
Η παρακολούθηση της κύησης σε ομάδες υψηλού κινδύνου για πρόωρο τοκετό, περιλαμβάνει υπερηχογράφημα, αλλά και εκτίμηση του μήκους του τραχήλου της μήτρας, με κολπικό υπερηχογράφημα. Οι τελευταίες μελέτες έχουν δείξει ότι σε περιπτώσεις βραχέος τραχήλου, η χορήγηση του φαρμάκου προγεστερόνη μειώνει σημαντικά, μέχρι και 40%, το ποσοστό του πολύ πρόωρου τοκετού.
Σημαντικό είναι να σημειωθεί πως η πλειοψηφία της θνησιμότητας παρατηρείται σε τοκετούς πριν την 32η εβδομάδα κύησης, καθώς και σε νεογνά με βάρος γέννησης μικρότερο των οκτακοσίων γραμμαρίων. Αν ο πρόωρος τοκετός συμβεί μετά τις 32 εβδομάδες κύησης, τότε το νεογέννητο έχει μέχρι και 90% πιθανότητες να επιβιώσει.
Η καλύτερη αντιμετώπιση του πρόωρου τοκετού σήμερα συνίσταται στην έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση αλλά και στην προσπάθειά να συνεχιστεί η κύηση για όσο το δυνατό μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ώστε να αυξηθούν στον μέγιστο βαθμό πιθανότητες του νεογέννητου για μια απολύτως υγιή ζωή.
Ο φυσιολογικος τοκετος είναι η φυσική κατάληξη της εγκυμοσύνης και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με φόβο.