Η κολποσκοπηση είναι μια πολύ σημαντική εξέταση του τραχήλου της μήτρας που πραγματοποιείται από τον γυναικολόγο, όταν διαπιστωθούν αλλοιώσεις κατά το τεστ Παπ.Πιο συγκεκριμένα, η κολποσκοπηση είναι η μέθοδος με την οποία εξειδικευμένος γυναικολόγος δύναται να εξετάσει τα εξωτερικά γεννητικά όργανα, τον κόλπο και τον τράχηλο της μήτρας με μικροσκόπιο. Τα σύγχρονα κολποσκόπια έχουν ενσωματωμένη κάμερα με την οποία και η ίδια η ασθενής μπορεί παρακολουθεί την εξέτασή της σε μόνιτορ. Απαιτείται εισαγωγή κολποδιαστολέα και ακολούθως εφαρμόζεται ένα ειδικό διάλυμα το οποίο χρωματίζει τις παθολογικές περιοχές. Η διαδικασία διαρκεί λίγα λεπτά, είναι σχεδόν ανώδυνη ενώ τα αποτελέσματα είναι άμεσα διαθέσιμα.
Η κολποσκοπηση μπορεί να γίνει σε οποιαδήποτε φάση του κύκλου εκτός και αν υπάρχει έντονη κολπική αιμορραγία, ενώ πρέπει να αποφεύγεται η χρήση κολπικών κρεμών πριν την κολποσκοπηση. Εάν χρειαστεί να ληφθεί βιοψία, διενεργείται συνήθως χωρίς αναισθησία και το συχνότερο αίσθημα μετά από αυτή τη διαδικασία είναι ένα αίσθημα «κράμπας» που μιμείται την περίοδο. Το υλικό της βιοψίας αποστέλλεται σε ειδικό ιστολογικό εργαστήριο και το αποτέλεσμα είναι διαθέσιμο σε μερικές μέρες. Μετά από λήψη βιοψίας συνιστάται η αποφυγή σεξουαλικής επαφής για μία εβδομάδα και η χρήση ταμπόν ή ενδοκολπικών κρεμών για δύο ημέρες μετά τη διαδικασία.
Όπως είπαμε, η κολποσκοπηση αποτελεί συμπληρωματική εξέταση του τεστ Παπ με σκοπό την έγκαιρη και αξιόπιστη ανίχνευση κυτταρικών αλλοιώσεων. Συνιστάται σε περιπτώσεις παθολογικού τεστ Παπ, σε παρουσία ιού HPV υψηλού κινδύνου, σε περιπτώσεις παρουσίας κονδυλωμάτων, σε αιμορραγίες μήτρας, σε κλινική πιθανότητα τραχηλικής βλάβης, σε μετεγχειρητική παρακολούθηση ασθενών που υποβλήθηκαν σε κωνοειδή εκτομή τραχήλου κλπ. Ανάλογα με την περίπτωση μπορεί να προταθεί η απλή επανάληψη του τεστ Παπ, η λήψη βιοψίας, η κωνοειδής εκτομή τραχήλου, η επανάληψη της κολποσκόπησης, ο έλεγχος του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων ή και συνδυασμός των παραπάνω. Επιπλέον ενδέχεται να συζητηθεί και ο προληπτικός εμβολιασμός κατά του ιού HPV.
Το τεστ Παπανικολάου είναι παθολογικό όταν υπάρχουν προκαρκινικές αλλοιώσεις ή καρκίνος του τραχήλου, που συνήθως προκαλούνται από λοίμωξη από τον ιό HPV. Για τον άμεσο εντοπισμό της μόλυνσης από HPV, γίνεται ανίχνευση με μοριακές τεχνικές, σε κύτταρα που συλλέγονται από τον τράχηλο της μήτρας. Μπορεί όμως να γίνει και ανεύρεση φλεγμονωδών αλλοιώσεων από HPV. Οι φλεγμονώδεις αλλοιώσεις από HPV μπορεί να είναι εμφανείς με το γυμνό μάτι με τον εντοπισμό οξυτενών κονδυλωμάτων. Συχνότερα όμως, οι αλλοιώσεις δεν φαίνονται με το γυμνό μάτι στην απλή κλινική εξέταση και η διάγνωση γίνεται έμμεσα, όταν ανευρίσκονται κύτταρα με φλεγμονή από HPV στο τεστ Παπανικολάου ή όταν ανευρίσκονται φλεγμονώδεις αλλοιώσεις κατά την ιστολογική εξέταση μιας βιοψίας που λαμβάνεται στην κολποσκόπηση.
Η λήψη βιοψιών μέσω της κολποσκόπησης, γίνεται με βάση κάποια μορφολογικά χαρακτηριστικά που υπάρχουν στην επιφάνεια του επιθηλίου, εντοπίζονται οι αλλοιώσεις και επιλέγεται η πιο …ύποπτη περιοχή για λήψη βιοψίας με ειδικές λαβίδες που δεν προκαλούν πόνο. Το τμήμα του ιστού που λαμβάνεται, αποστέλλεται στο εργαστήριο για ιστολογική εξέταση.
Είναι σημαντικό να ειπωθεί πως σε πανεπιστημιακό στάδιο, οι γυναικολόγοι δεν λαμβάνουν κατάρτιση στον τομέα της κολποσκόπησης. Αν και η εξέταση είναι απλή και ανώδυνη για την εξεταζόμενη, ο ιατρός επωμίζεται μια πολύ σημαντική ευθύνη, καλούμενος να εντοπίσει και επεξεργαστεί σημαντικά ευρήματα κρίσιμης σημασίας. Γι’ αυτόν τον λόγο, λαμβάνει σημαντική κατάρτιση σε ειδικά κέντρα, αποκτώντας έγγραφη πιστοποίηση μετά από εξετάσεις που δίνονται στην Ελληνική Εταιρεία Παθολογίας Τραχήλου και Κολποσκόπησης.
Οι γυναίκες που πρόκειται να προβούν σε κολποσκοπηση, μπορούν να την κάνουν οι ημέρες εκτός των ημερών της περιόδου. Θα πρέπει να αποφύγουν την σεξουαλική επαφή, τις κολπικές πλύσεις ή τα κολπικά φάρμακα τουλάχιστον δύο ημέρες πριν από την εξέταση, καθότι ενέχεται ο κίνδυνος να συγκαλυφθούν κύτταρα που βρίσκονται σε αμφισβητούμενη κατάσταση.
Αμέσως μετά το πέρας της εξέτασης λαμβάνονται τα αποτελέσματα ενώ εάν ο γιατρός προβεί σε βιοψία, τα αποτελέσματα αυτής θα είναι έτοιμα σε διάστημα τριών με πέντε ημερών. Ανάλογα λοιπόν με τα ευρήματα από την κολποσκοπηση, θα υπάρξει η κατάλληλη θεραπεία που περιλαμβάνει, στις σοβαρότερες μορφές, χειρουργική επέμβαση με χρήση λέιζερ ή εκτομή με χρήση διαθερμίας.