ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ


Η διατροφή στην εγκυμοσύνη αποτελεί ένα πολύ μεγάλο και σημαντικό κεφάλαιο. Πριν ακόμη από τη σύλληψη, το υγιεινό διαιτολόγιο είναι ο καλύτερος τρόπος για να εξασφαλισθεί η διαθεσιμότητα επαρκών θρεπτικών συστατικών για την ανάπτυξη του εμβρύου. Ιδιαίτερη σημασία έχει η πρόσληψη φυλλικού οξέος (φολικό οξύ είναι η μορφή στην οποία βρίσκεται η βιταμίνη στις τροφές), αφού προστατεύει το έμβρυο από βλάβες του νευρικού σωλήνα σε ποσοστό έως και 70%. Εκτός από τα συμπληρώματα φυλλικού οξέος, των οποίων η χορήγηση καλό είναι να ξεκινάει τρείς μήνες πριν από την επιθυμητή σύλληψη, το φολικό βρίσκεται στο συκώτι, τα όσπρια, τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά και τα δημητριακά ολικής άλεσης.

Η διατροφή στην εγκυμοσύνη επηρεάζεται εν μέρει από τις αναπτυξιακές ανάγκες του εμβρύου στα διάφορα στάδια της κύησης. Έτσι, κατά το πρώτο τρίμηνο δημιουργούνται ελάχιστες διατροφικές απαιτήσεις από τη μητέρα και παρατηρείται αύξηση του βάρους έως 2kg. Στο δεύτερο τρίμηνο η έγκυος παίρνει περίπου 4kg και στο τρίτο τρίμηνο, που αποτελεί μια περίοδο αξιοσημείωτης ανάπτυξης του εμβρύου περίπου 5kg. Φυσιολογικά λοιπόν, το βάρος που πρέπει να πάρει η έγκυος μέχρι τον τοκετό της είναι 10-12kg. Οι ελλιποβαρείς γυναίκες κατά την έναρξη της κύησης και αυτές με ανεπαρκή αύξηση βάρους κατά τη διάρκειά της έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για πρόωρο τοκετό και γέννηση νεογνού με υπολειπόμενη ενδομήτρια ανάπτυξη. Η παχυσαρκία και η μεγαλύτερη από την επιτρεπτή αύξηση του βάρους, μπορεί να οδηγήσει σε επιπλοκές, όπως η προεκλαμψία, ο διαβήτης της κύησης και επιπλοκές κατά τον τοκετό, γεγονός που αυξάνει τις πιθανότητες για καισαρική τομή.

Η διατροφή στην εγκυμοσύνη δεν πρέπει να περιέχει υψηλά επίπεδα υδραργύρου, που ενδέχεται να είναι επιβλαβή για το αναπτυσσόμενο νευρικό σύστημα του εμβρύου. Για το λόγο αυτό πρέπει να αποφεύγεται η κατανάλωση ξιφία, ψαριών ατλαντικού, λευκού μπακαλιάρου, τόνου και σκουμπρί. Από τα θαλασσινά απαγορεύονται επίσης τα οστρακοειδή. Επιπλέον, χρειάζεται προσοχή στο πλύσιμο των λαχανικών και το μαγείρεμα του κρέατος, που πρέπει να είναι πολύ καλά ψημένο, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος λοίμωξης από τοξόπλασμα.

Η διατροφή στην εγκυμοσύνη πρέπει να περιλαμβάνει επαρκή πρόσληψη υγρών, περίπου 2lt, κυρίως νερού. Η κατανάλωση καφεΐνης (καφές, τσάι) επιτρέπεται σε περιορισμένες ποσότητες, ενώ αντίθετα το αλκοόλ απαγορεύεται, αφού σχετίζεται με ποικίλες εμβρυϊκές ανωμαλίες και δεν έχει καθοριστεί με ακρίβεια η μικρότερη ασφαλής δόση αλκοόλ για το έμβρυο. Τα γλυκά πρέπει να αποφεύγονται όσο το δυνατόν περισσότερο.

Η διατροφή στην εγκυμοσύνη ενισχύεται με τη λήψη συμπληρωμάτων, κυρίως σιδήρου, αφού οι ανάγκες της εγκύου σε σίδηρο είναι μεγαλύτερες από τα αποθέματα αυτού στον οργανισμό της και η ημερήσια διατροφή, όσο ικανοποιητική κι αν είναι, δεν μπορεί να τις καλύψει. Επομένως, θεωρείται αναγκαία η λήψη σκευασμάτων σιδήρου από τα μέσα του δευτέρου τριμήνου, ώστε να προληφθεί η σιδηροπενική αναιμία. Διατροφικές πηγές σιδήρου αποτελούν το κόκκινο κρέας, το συκώτι, τα εμπλουτισμένα δημητριακά, τα όσπρια και τα σκούρα πράσινα φυλλώδη λαχανικά. Άλλα συμπληρώματα που χορηγούνται συχνά είναι το ασβέστιο, που φαίνεται να ελαττώνει και τον κίνδυνο προεκλαμψίας κατά το ήμισυ, καθώς και το μαγνήσιο. Τα γαλακτοκομικά προϊόντα, οι σαρδέλες και τα φασόλια έχουν τη μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε ασβέστιο, ενώ οι ξηροί καρποί, τα δημητριακά ολικής αλέσεως και τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά αποτελούν πλούσιες πηγές μαγνησίου. Η έγκυος πρέπει να έχει μια ισορροπημένη διατροφή, χωρίς υπερβολές και χωρίς να τρώει για δυο. Η καθοδήγηση από το μαιευτήρα, τη διατροφολόγο ή τη μαία θα βοηθήσει τη μέλλουσα μαμά να διατηρήσει την πρόσληψη βάρους σε φυσιολογικά επίπεδα.

Η έγκυος δεν πρέπει να ξεχνά, πως η σωστή διατροφή στην εγκυμοσύνη είναι καθοριστικής σημασίας, καθώς μπορεί να επηρεάσει την έκβαση της κύησης.